ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ!
Αγωνιζόμαστε για την "ΣΥσπείρωση της ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς" στην κατεύθυνση της κοινής δράσης στους μαζικούς χώρους και τα κοινωνικά κινήματα, και παράλληλα για την πολιτική της συγκρότηση σε ένα ενιαίο αμεσοδημοκρατικό πολιτικό φορέα

Σάββατο 4 Αυγούστου 2012

ΜΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

Αναδημοσίευση του Editorial του περιοδικού "Θέσεις"
Τεύχος 120, περίοδος: Ιούλιος - Σεπτέμβριος 2012

ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΕΝ ΙΣΧΥΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ 1
ΜΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΑ

1. Tempora mutantur…
Στην Ελλάδα συνέβη το απροσδόκητο: απέκτησε υλικό ίχνος η αόρατη ενδεχομενικότητα του τυχαίου. Η αποσάθρωση του κοινωνικού ιστού οδήγησε στην ολοκληρωτική αποσταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού. Υπόγεια ρεύματα που μαρτυρούσαν την ύπαρξή τους μόνο μέσα από τη γενικευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια, την ανθρωπιστική κρίση, την απελπισία της αυτοχειρίας και τα βίαια μαζικά ξεσπάσματα απέναντι στην ογκούμενη κρατική αυθαιρεσία και βία, κατόρθωσαν και βρήκαν το δρόμο να εκφραστούν πολιτικά και να αρθρωθούν κοινοβουλευτικά σε πείσμα της γενικευμένης τρομολαγνείας που καλλιέργησαν επί μήνες οι αρχιτέκτονες της μεθοδευμένης κατάρρευσης. 

Ίσως αποτελεί μοναδικό ιστορικό παράδειγμα η εκτόξευση ενός κόμματος της Αριστεράς από την «αφάνεια» του 4-5% στο κοινοβουλευτικά ευυπόληπτο 27%, δηλαδή σχεδόν στην προνομιακή για τη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων πρώτη θέση στην εκλογική αναμέτρηση. Συνδέεται με τη μετωπική επίθεση που δέχθηκαν τα εργατικά και λαϊκά στρώματα όλη τη περίοδο της μνημονιακής διακυβέρνησης και της ραγδαίας απαξίωσης του συνόλου των κοινωνικών κατακτήσεων της μεταπολιτευτικής περιόδου, στο όνομα των «μεταρρυθμίσεων που καθυστέρησαν» για πολλά χρόνια και ήρθε επιτέλους η ώρα αποκατάστασης της «φυσικής τάξης πραγμάτων».
Ακόμη όμως πιο ενδιαφέρουσα ήταν η κατάσταση τρόμου που διαμορφώθηκε όταν οι πρώτες εκλογές ανέδειξαν ένα τοπίο το οποίο απλά δεν έπρεπε να υπάρχει: Τα κόμματα «εξουσίας» σκιές του εαυτού τους, τον κοινοβουλευτικό μηχανισμό εναλλαγής παγιωμένων τεχνικών οργάνωσης της συναίνεσης σε πλήρη αναντιστοιχία με το αντικείμενό του, τους αρχιτέκτονες της μνημονιακής πειρατείας του ΠΑΣΟΚ καταποντισμένους στα βάθη του εκλογικού γκρεμού, τα «υπεύθυνα» κόμματα να διαθέτουν κοινοβουλευτική πλειοψηφία αλλά να μην αποτολμούν το σχηματισμό κυβέρνησης, τη διαρκή εναλλαγή μαστίγιου και καρότου προς τον ΣΥΡΙΖΑ που στην καθεστωτική προπαγάνδα κυμαινόταν από sine qua non εταίρος συγκυβέρνησης σε άθλιο θιασώτη της δια της ευρωεξόδου καταστροφής.

Το «κακό» για τους διαχειριστές της καταστροφολαγνείας είναι όμως ότι η τάση επιβεβαιώθηκε: 
Η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού και η μετατόπιση των κοινωνικών στηριγμάτων από τα κόμματα εξουσίας ενισχύθηκε στις δεύτερες εκλογές, ενώ για κάποιο χρονικό διάστημα ξύπνησε στους κρατούντες τους χειρότερους εφιάλτες τους, με την προοπτική ολικής ανατροπής της πρωτοκαθεδρίας των μηχανισμών. 

Φάνηκε ότι το τοπίο έχει αλλάξει. Και αν αποφεύχθηκε η «ολική ανατροπή», αυτό μάλλον προέκυψε ως «ιστορική ατυχία» παρά ως από μηχανής Θεός. Ο τρικομματικός μνημονιακός θίασος ποικιλιών εμφανίζει την ενδιαφέρουσα ισορροπία του πλοίου στο τσουνάμι: θα νομίζει ότι «κυβερνά» όταν την πορεία καθορίζει ο ανεξέλεγκτος μηχανισμός της κρίσης που δεν αντιμετωπίζεται με τις δικολαβικές ρητορείες του τρικέφαλου συνδυασμού ευσεβούς εθναμυντορισμού, δικολαβικής κενότητας και μεγαλόσχημου ρητορικού ναρκισσισμού.

2. …nos et mutamur in ilis2

Απέναντι σ’ αυτό το σκηνικό προέκυψε μέσα σε ένα δίμηνο ο ΣΥΡΙΖΑ ως οιονεί κυβερνητικό κόμμα. Με την υποχρέωση να τοποθετείται διαρκώς, και μάλιστα υπό καθεστώς συνεχούς και αδιάλειπτης τρομοκρατίας, επί όλων των ζητημάτων της κρατικής διαχείρισης, από το ενδεχόμενο να μην υπάρξει επαρκές ποσοστό κάλυψης στην επόμενη διάθεση εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου έως την καταγγελία του μνημονίου και το πώς θα αποπειραθεί να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό ως το τέλος του έτους προκειμένου να διασφαλίσει την πληρωμή μισθών και συντάξεων σε ένα καθεστώς χρηματοδοτικής απεργίας από τους πιστωτές. Και αυτό διανθισμένο με σκηνές από bank run τύπου Αργεντινής ή την επίκληση του (αδύνατου) εξοστρακισμού από την Ευρωζώνη ή ακόμη και την ίδια την ΕΕ. Πώς στάθηκε λοιπόν η νεότευκτη αξιωματική αντιπολίτευση απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις;

Πολλοί είχαν αυτάρεσκα προδικάσει το αποτέλεσμα: ζωγράφισαν σκιάχτρα και «νομοτέλειες» απαντώντας μάλλον σε δικά τους υπαρξιακά ή ψυχαναλυτικά καθορισμένα διλήμματα, παρά στα ζητήματα που αναδείκνυε η συγκυρία. Το ΚΚΕ έλυσε με όρους αρνητικής πολιτικής διαφήμισης το ζήτημα, επιλέγοντας να εγκαλέσει και αυτό την ανασφάλεια του κοινού στην κρίση: Mε το ιστορικό πασπαρτού «μην εμπιστεύεστε τον ΣΥΡΙΖΑ» και με την εκπληκτική σύλληψη ότι σε κάθε λύση «ο λαός» θα βρεθεί σε χειρότερη θέση, ακόμη και με την Αριστερά, μιας και δεν θα βάλουν τη σφραγίδα τους οι «κομμουνιστές». Οι συνεταίροι της μνημονιακής «υπευθυνότητας», ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, επέλεξαν να επιβάλουν την προπαγάνδα της «επικείμενης ευρωεξόδου» διανθισμένη με λίγη «παιδική αθωότητα» στις πολιτικές διαφημίσεις της συμφοράς, και πολλή «ελληνική σημαία» για να τονώσουν το εθνικό φρόνημα των χρυσαυγιζόντων νοικοκυραίων, αλλά και για να «αποδείξουν» ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει την εργολαβική εκπροσώπηση των «συμφερόντων της δραχμής». Και όλα αυτά με την υποχθόνια «ψυχανάλυση» ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες, προβάλλοντας δικούς τους φόβους και άγχη μπροστά στο άδηλο μέλλον.

Απέναντι σε αυτή τη μαύρη προπαγάνδα, που εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι ως κυβέρνηση είναι η ζωντανή πραγματικότητα όσων υποτίθεται ότι στηλίτευε (αδυναμία ανάληψης πολιτικών πρωτοβουλιών, ισορροπία της απραξίας μεταξύ των συνιστωσών του τρικομματικού κυβερνητικού αλαλούμ, μηδενική διαπραγμάτευση και εξαίρεση της Ελλάδας από ρυθμίσεις μείωσης του δημόσιου χρέους που υιοθετήθηκαν για την Ισπανία και την Ιταλία, απόλυτο αδιέξοδο στις σχέσεις με την Ευρωζώνη), ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθέτησε από την αρχή τη μοναδική πολιτική που μπορούσε όχι μόνο να συσπειρώσει θετικά τη λαϊκή αντίσταση και αγανάκτηση στην κρίση, αλλά που έδινε την ευκαιρία να παρέμβει κανείς στους συσχετισμούς στην Ευρωζώνη και την ΕΕ. Πρόκειται για το τρίπτυχο Κυβέρνηση της Αριστεράς - Καταγγελία του Μνημονίου - Αναδιαπραγμάτευση της Δανειακής Σύμβασης. Απέναντι στη γενικευμένη καθεστωτική «διαφοροποίηση» από το Μνημόνιο και «επαναδιαπραγμάτευση» των όρων που είχαν προ διμήνου υπογράψει οι ίδιοι οι βασικοί πρωταγωνιστές, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Και με όψιμο άλλοθι από τα «αριστερά» τη ΔΗΜΑΡ που θέλει να διαπραγματευθεί τη «σταδιακή απεμπλοκή από το Μνημόνιο», θέση στην οποία συμφωνεί και ο αρχιτέκτονας της σύναψής του, το ΠΑΣΟΚ που βρίσκει «ρεαλιστικό» σε μια διετία να «έχουμε απαλλαγεί» από το Μνημόνιο με τις «μεταρρυθμίσεις», την παγίωση της εσωτερικής υποτίμησης και τη «μητέρα όλων των μεταρρυθμίσεων», την ανεργία του 25-30%.

3. People have the power
Κομβικό ρόλο στην αλλαγή του πολιτικού σκηνικού και στη διοχέτευση της κοινωνικής δυναμικής στο κεντρικό πολιτικό στερέωμα διαδραμάτισε η καταγγελία του Μνημονίου. Για να γίνει αυτό κατανοητό είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί τι είναι το «Μνημόνιο»: Αποτελεί την εξωτερική υποστήριξη των (σχετικά αδύναμων) εσωτερικών φορέων της πολιτικής του κεφαλαίου, ώστε να πετύχουν πραξικοπηματικά την ανατροπή των συσχετισμών δύναμης και τον πλήρη εξανδραποδισμό της εργασίας στο κεφάλαιο. Με όπλο τη δανειακή σύμβαση και τη διευθέτηση των τεχνικών διαδικασιών αποπληρωμής του χρέους, αλλά με κύριο εργαλείο την ωμή παρέμβαση στις εσωτερικές διαδικασίες της πολιτικής διαμεσολάβησης των ταξικών συσχετισμών στην Ελλάδα. Με αυτή την ιδιότητα το Μνημόνιο παρεμβαίνει οργανικά σε όλα τα πολιτικά ζητήματα που αναδείχθηκαν στην κρίση, αξιοποιώντας την ύπαρξή τους για να ανατρέψει ριζικά τους κοινωνικούς συσχετισμούς. Με «μεταρρυθμίσεις».

Αξίζει εδώ να προσεχθεί ότι το Μνημόνιο και οι πολιτικές του εκβίασαν την ύφεση και την πρωτοφανή καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων στην κρίση, ώστε να πετύχουν την απόλυτη και πέρα από κάθε νόμο ελαστικοποίηση της εργασίας: Η εργασία γίνεται απόλυτα ελαστική όχι από κάποια «νομοθετική άρση των στρεβλώσεων στην αγορά», αλλά επειδή με έναν στους τέσσερις οικονομικά ενεργούς στην ανεργία, επικρατεί ο νόμος της κοινωνικής ζούγκλας. Αν πριν το Μνημόνιο η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων συνεπικουρείτο από τη «μαύρη εργασία», τους μετανάστες στο όριο της επιβίωσης και την επίσημη «ανεκτή» ανεργία, το Μνημόνιο άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού: η «μαύρη εργασία» έγινε ο κανόνας, η εργοδοτική αυθαιρεσία το υπόδειγμα επιχειρηματικότητας, η εργασία μετασχηματίστηκε ολοσχερώς σε «συντελεστή ανάσχεσης των μειώσεων της κερδοφορίας», άρα σε πρόβλημα που καλείται να επιλύσει η επιδίωξη της «ανταγωνιστικότητας» μέσω της μαζικής ανεργίας.

Το Μνημόνιο είναι το «διαρκές πραξικόπημα» στην καρδιά των κοινωνικών συσχετισμών δύναμης.
Το Μνημόνιο δεν μεταρρυθμίζεται, δεν ισορροπείται, δεν μετασχηματίζεται, πόσο μάλλον σταδιακά.

Είναι η εικονογράφηση της «Ιεράς Συμμαχίας» του κεφαλαίου ώστε να αξιοποιηθεί η χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική κρίση για να κερδηθεί «το χαμένο έδαφος» του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα.

Γι’ αυτό και η μόνη λύση απέναντί του είναι η ανατροπή: η καταγγελία του είναι η προϋπόθεση για οποιαδήποτε στρατηγική επιδιώκει έστω και απλώς να μεταρρυθμίσει την τρέχουσα συγκυρία. Πόσο μάλλον να ανοίξει νέους δρόμους για την ανατροπή. Ενώ αντιθέτως, η «επαναδιαπραγμάτευση», η «σταδιακή απαγγίστρωση», κλπ. απλά σημαίνει τη «διαπραγμάτευση» των όρων του εργασιακού μεσαίωνα που θα εγκατασταθεί και τη «συμφωνία» πάνω στο όριο ανοχής των κοινωνικών υποζυγίων. 

Είναι εξανδραποδισμός με «ανθρώπινο πρόσωπο», οι αυτοκινητόδρομοι του Χίτλερ που μερίμνησαν για να έχουν αρχικά δουλειά οι άνεργοι της Βαϊμάρης, πριν μπουν στην οργανωμένη πολεμική παραγωγή – στο μέτωπο και στα μετόπισθεν – που έδωσε μια «διέξοδο» στην καθημαγμένη εργατική τάξη της Γερμανίας του Μεσοπολέμου.

Η «αριστερή υπευθυνότητα» της ΔΗΜΑΡ έχει κάτι από το δίλημμα ανάμεσα στο “ We are the people” και το “ We are the people” του προεδρικού υποψήφιου, στον «Ταξιτζή» του Σκορσέζε.
Τελικά ο λαός υπάρχει; Και αν ναι πού τοποθετείται, αν όχι στην καταγγελία του Μνημονίου που κατ’ αρχάς ορίζει ότι οι εσωτερικοί συσχετισμοί δύναμης δεν είναι υπό την αίρεση των πιστωτών, αλλά μόνο οι (χρηματοοικονομικοί) όροι αποπληρωμής των οφειλών.

Γι’ αυτό και είναι απόλυτα λογικό, η «μονομέρεια» της καταγγελίας να αφορά την πολιτική. Με δοθείσα την πολιτική, έρχεται στη συνέχεια η διαπραγμάτευση να διευθετήσει τον τρόπο απόκρισης της χώρας στις δανειακές υποχρεώσεις της, λαμβάνοντας υπόψη την καταστροφική ύφεση αλλά αγνοώντας την υπαγόρευση όρων, χρονοδιαγραμμάτων και πολιτικών απαιτήσεων από την παντελώς αναρμόδια τρόικα. Η οποία άλλωστε δεν είναι διαχειριστής σε ένα άλλο «Σχέδιο Μάρσαλ», αλλά η τύποις «εξωτερική» ανατροπή των όποιων εσωτερικών συσχετισμών δύναμης έχουν οικοδομηθεί στη βάση της λαϊκής κινητοποίησης.

4. Μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση

Αποκλείοντας λοιπόν κατά πρώτον την υιοθέτηση του πεδίου βολής του αντιπάλου ως «ουδέτερου» πεδίου μάχης για την κρίσιμη αναμέτρηση, έρχεται η στιγμή στην οποία είναι αναγκαίο να ορίσεις συμβολικά τα όπλα που θα χρησιμοποιηθούν στην αναμέτρηση. Και πάλι εδώ η νικηφόρα στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε ορθά (και) τη συμβολική διάσταση του μελλοντικού συσχετισμού στο πεδίο του πολιτικού ιδεολογικού μηχανισμού: την «κυβέρνηση της Αριστεράς», αντί της «προοδευτικής διακυβέρνησης», της «Κεντροαριστεράς», της συνεργασίας των «προοδευτικών δυνάμεων», και γενικά όλων εκείνων των πολιτικών που χρησιμοποιούν την λαθρώνυμη «αριστερή» απάτη για να προβάλουν την κενολογία ως «υπεύθυνη πολιτική».

Τι κι αν η πολιτική αυτή «σκόνταψε» στον απομονωτικό τυχοδιωκτισμό του ΚΚΕ, που είναι και ο μόνος τρόπος για να διακρατήσει η νομενκλατούρα του τον πολύτιμο για την επιβίωσή της μηχανισμό με τίμημα τη διαρκώς μειούμενη λαϊκή επιρροή του!

Τι και αν έφερε σε πραγματική δυσκολία και τελικά αδυναμία την ηγεσία της ΔΗΜΑΡ να αποκρύψει έως την επομένη των εκλογών τη δεδηλωμένη παρασκηνιακά πρόθεσή της να δώσει το «φιλί ζωής» στον παραπαίοντα δικομματισμό, επικαλούμενη τα «υψηλά ιδανικά» της «σωτηρίας της χώρας»!

Ο φόβος μπροστά στην ογκούμενη λαϊκή ανατροπή των πολιτικών δεδομένων διακυβέρνησης συσπείρωσε για μια ακόμη φορά όλους τους Ηρακλειδείς του αστισμού σε μια ύστατη προσπάθεια να τετραγωνίσουν τον πολιτικό κύκλο. Με περίπου γνωστά τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, όπως φάνηκε από την απόφαση της συνόδου κορυφής του Ιουνίου που αγνόησε την απόλυτη ανάγκη των συγκυβερνώντων να γυρίσουν στην Ελλάδα με κάποιο έστω συμβολικό «δώρο»: πρέπει πρώτα να δείξουν την «αξία» τους στην «κοινωνική λοβοτομή» για να ελπίζουν σε μελλοντική μη προσδιορίσιμη «ανταπόδοση».

Με πόσους τρόπους άραγε πρέπει να υπογραμμίσουν οι διεθνείς εταίροι του εγχώριου κοινωνικού εξανδραποδισμού την απροθυμία τους να «διαπραγματευθούν» αυτό που υπήρξε κοινή στρατηγική επιδίωξη και που επί διετία και πλέον υλοποιούν με περισσή ευλάβεια; Μάλλον η «προοδευτική» διακυβέρνηση έχει κάποιο χρέος απέναντί τους για τις υπηρεσίες συστηματικής τρομοκράτησης του πληθυσμού που αφειδώς της προσέφεραν προεκλογικά!

Και εδώ η Κυβέρνηση της Αριστεράς υπήρξε μοναδική επιλογή που βοηθούσε να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να προσεταιριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ τα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται από την κρίση, τη μαζική ανεργία, την αναδιανομή εισοδήματος, την άγρια καταστολή από τους «επίσημους» και τους «ανεπίσημους» μηχανισμούς της κρατικής βίας, την «κοινωνική ειρήνευση των από πάνω» που εγκαθιδρύεται στο σεληνιακό τοπίο της ήττας και της συντριβής των λαϊκών στρωμάτων.

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς υπήρξε η αναγκαία συνθήκη για την (σχεδόν) ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών και την πρωτοφανή αναδιάταξη του κοινωνικού συσχετισμού δύναμης. Για να γίνει αυτή η ανατροπή υπαρκτό μελλοντικό σενάριο, ικανή συνθήκη κοινωνικής εξέγερσης, είναι ανάγκη να συμπληρωθεί και με το δικό της σκηνικό κοινωνικής ειρήνευσης με το πρόσημο των από κάτω.

Ενός νέου συσχετισμού δυνάμεων που θα διαπερνά (και) τους κρατικούς μηχανισμούς για να εκφράσει πολιτικά και να ενορχηστρώσει διαχειριστικά αυτό που έως σήμερα ήταν το «πολιτικά αδιανόητο».

Το κυβερνητικό πρόγραμμα που θα γίνει εφιάλτης των κρατούντων.

5. Πόλεμος και Ειρήνη

Απέναντι στον κοινωνικό πόλεμο των «από πάνω» που η κρίση βοήθησε να ξεδιπλωθεί σε πλήρη έκταση, η κυβέρνηση των «από κάτω» οφείλει να αντιτάξει ένα εκτεταμένο πρόγραμμα εξειρήνευσης και κοινωνικού εκπολιτισμού της χώρας, μιας «επανάστασης» που θα καταδεικνύει τα προφανή οφέλη της δημοκρατίας για τους πολλούς και τις τεράστιες εξοικονομήσεις κρατικών πόρων από τον περιορισμό της οικονομικής ασυδοσίας των κρατούντων.

Η δημοκρατική «επανάσταση» έρχεται να θέσει όρια και κόκκινες γραμμές στην αυθαιρεσία των κρατικών μηχανισμών που εκτός των άλλων προνομιακά εκδηλώνεται με τον ρατσισμό, τον εθνικισμό και την ταξική επιλεκτικότητα. Η οικονομική «επανάσταση» έρχεται να αποκαταστήσει τις βάσεις των κρατικών πόρων που όπως ζήσαμε και ζούμε στην τρέχουσα κρίση αποτελεί προνομιακό μοχλό για τον κοινωνικό εξανδραποδισμό των μαζών.

Στα μέτρα δημοκρατικής αποκατάστασης εξέχουσα θέση κατέχουν όσα σχετίζονται με την εργασία και την αποκατάσταση των στοιχειωδών εργασιακών δικαιωμάτων, ανεξαρτήτως της εθνικότητας του εργαζόμενου και του καθεστώτος παραμονής του στη χώρα. Αυτό συνεπάγεται π.χ. την πλήρη και άμεση νομιμοποίηση-πολιτογράφηση των αλλοδαπών εργαζομένων στην Ελλάδα, την παροχή άδειας εργασίας σε οποιονδήποτε αλλοδαπό αποδεικνύει ότι έχει εργασία στην Ελλάδα, αλλά και τη δυνατότητα πολιτογράφησης με απλές διαδικασίες οποιουδήποτε αλλοδαπού αποδεικνύει ότι διαμένει στην Ελλάδα. Αυτά τα μέτρα θα καταφέρουν ένα δραστικό πλήγμα στην κρατική αυθαιρεσία και καταστολή, που πολλές φορές γίνεται με χρυσαυγίτικο μανδύα, και μεταξύ άλλων έχει συμβάλει στη βίαιη ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας πολύ πριν την εκτόξευση της επίσημης ανεργίας στα ύψη του 23%.

Στην ίδια κατεύθυνση θα λειτουργήσουν μέτρα μεταρρυθμίσεων στην ποινική νομοθεσία, ευρείας αποποινικοποίησης αδικημάτων που τιμωρούνται με χαμηλές ποινές, περιορισμού δικών παρωδιών και ασυδοσίας του δικαστικού μηχανισμού που δεν γνωρίζει χρονικούς περιορισμούς στην τελεσιδικία και συστηματικά αγνοεί τη διαιτησία για απλές υποθέσεις, εκτοξεύοντας το κόστος απόδοσης δικαιοσύνης σε δυσθεώρητα ύψη.

Στα μέτρα με σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο θα πρέπει να προωθηθεί η πλήρης και άμεση ιδιωτικοποίηση της «Εκκλησίας της Ελλάδος» που επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και δεν φορολογείται υπαγόμενη σε σκανδαλώδες προνομιακό καθεστώς, το οποίο μάλιστα πρόσφατα έδειξε ανάγλυφα τη στενή διασύνδεσή του με κυκλώματα κρατικής διαφθοράς και οικονομικών εγκλημάτων.

Εξίσου σημαντικός θα αποδειχθεί και ο δραστικός περιορισμός των αμυντικών δαπανών που είναι οι μόνες οι οποίες σχεδόν καταστατικά δεν εθίγησαν στη δημοσιονομική κρίση. Και αυτό όχι μόνο από την άποψη περιστολής δαπανών που θα αποδειχθεί σημαντικός παράγων εξοικονόμησης αλλά και από τη σκοπιά της εκτεταμένης διαφθοράς και αδιαφάνειας των μηχανισμών που αναπαράγουν εθνικιστικά στερεότυπα και μιλιταριστικούς εθναμυντορισμούς.

Τέλος, στις κατευθύνσεις πολιτικής με συνδυασμένη επίδραση στο αίτημα δημοκρατίας και δραστικού περιορισμού του ανεξέλεγκτου των κρατικών μηχανισμών, αλλά και στην εξοικονόμηση πόρων ανήκει και ο χειρισμός των «σωμάτων ασφαλείας», των στρατιωτικών και πολιτικών μυστικών υπηρεσιών του κράτους και όλων των μυστικών κονδυλίων που σχετίζονται με αυτά αποτελώντας προνομιακό χώρο αδιαφάνειας, διαφθοράς και αποστασιοποίησης των μηχανισμών από όποιον δημοκρατικό έλεγχο είναι εφικτός στο πλαίσιο του αστικού κράτους.

Μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι αυτά τα μέτρα που ενδεικτικά θίγονται σε ό,τι προηγήθηκε αποτελούν «πολυτέλεια», ή ζητήματα προς αποφυγή, μιας και θα «τρομάξουν» εκείνο το κρίσιμο εκλογικό δυναμικό που σε μια μελλοντική αναμέτρηση θα δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ τη διαφορική ώθηση προς την κυβέρνηση. Όμως αποτελούν «λυδία λίθο» για μια Κυβέρνηση της Αριστεράς που οφείλει να υιοθετήσει πολιτική ικανή να διακρίνει το «εντός» από το «εκτός» του κράτους στις μέρες μας, συνδυάζοντας τη διττή δισυπόστατη παρουσία της και στα δυο. Επειδή η βασική μάχη για την ανατροπή βρίσκεται μπροστά μας, αυτό ειδικά το ζήτημα, δηλαδή το πώς η Αριστερά θα συνδεθεί με την κοινωνική δυναμική, στους χώρους και με τους όρους με τους οποίους προκύπτει συγκυριακά, είναι ισοδύναμο με την ικανότητά της να διακρίνει την «ανυπόστατη χάραξη» ανάμεσα στα δυο στρατόπεδα, του αστισμού και των δυνάμεων της ανατροπής. Και δεν αποτελεί λόγο για εφησυχασμό το γεγονός ότι το μπλοκ εξουσίας είναι μεσοπρόθεσμα ασταθές και φθαρμένο: οι κοινωνικοί συσχετισμοί εξουσίας δεν αργούν – όταν δοθεί η ευκαιρία – να εσωτερικευτούν μέσα στις δυνάμεις της ανατροπής. Άλλωστε οι μηχανισμοί δεν έχουν ταμπού πολιτικών, κοινωνικών ή ιδεολογικών αποχρώσεων, όπως έχει άλλωστε δείξει και η πρόσφατη ιστορία στη χώρα μας.

6. Νομοτέλειες;

Ένα είναι βέβαιο: ότι ο αναγκαίος συνδυασμός του «εντός» και του «εκτός» δεν εξυπηρετείται ούτε ταυτίζεται με «μεταγραφές» τεχνικών της εξουσίας που περιφέρουν την «εξειδίκευσή» τους θέτοντάς την στην υπηρεσία της νέας αριστερής προοπτικής. Δεν συνιστά άμυνα απέναντι στη φυσιολογική «απειρία» περί τα διαχειριστικά ο προσεταιρισμός απίθανων πολιτευτών και συνδικαλιστών που αφού επί δεκαετίες απέσπασαν παν «νόμιμο» ή «παράνομο» όφελος από την κυρίαρχη πολιτική τάξη, έγκαιρα «ανακάλυψαν» τη «διαφωνία» τους με το παρελθόν τους (;) και την όψιμη ιδεολογική συγγένεια με την ανερχόμενη Αριστερά. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που κατόρθωσε να ενορχηστρώσει τη λαϊκή αντίδραση στη ληστρική επιδρομή των κρατούντων σε πολιτικό μέγεθος πρώτου βαθμού δεν έχει την παραμικρή «υποχρέωση» να υποκλιθεί στα πολιτικά εκκρεμή που σε πείσμα των νόμων της φυσικής επιλέγουν την κατάλληλη στιγμή την πλευρά προς την οποία θα κλίνουν, με τη γνωστή «αυταπάρνηση» και «ανιδιοτέλεια» που τα διακρίνει.
Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκοντας να εκφράσει τη λαϊκή δυναμική που αρθρώθηκε εκλογικά στο όνομά του, έχει μπροστά του ως καθήκον: 

Να επιβεβαιώσει τη σταθερότητα των ριζοσπαστικών θέσεών του χωρίς πολιτικαντισμούς και συμβιβασμούς και με αποκλειστικό κριτήριο τις ανάγκες του λαού. Για το λόγο αυτό έχει ανάγκη να στηρίζεται από διαρκή, έντονη και πολύμορφη κινητοποίηση των δοκιμαζομένων λαϊκών στρωμάτων, που θα βρίσκονται επί ποδός πολέμου ασκώντας πολιτική πίεση ως άμεσο υποκείμενο της πολιτικής αξιοποιώντας την άμεση δημοκρατία.

Βασικότερο είναι όμως να συμβάλει ώστε να υπάρξουν πρωτοβουλίες αυθεντικής λαϊκής αυτοοργάνωσης, μακριά από κάθε λογική «μαζικού χώρου», ώστε σταδιακά να δημιουργηθούν με διάρκεια δομές κυριαρχίας των αναγκών, θεσμοί παράλληλης οικονομίας, συνεταιριστικής αλληλοβοήθειας, κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινωνικού ελέγχου. Με στόχο να γενικευθούν υπαρκτές και σήμερα πρωτοβουλίες που αντιστρατεύονται την αγορά ως μηχανισμό κοινωνικής ολοκλήρωσης και δείχνουν το δρόμο για τον κομμουνισμό, ως κοινωνία που οργανώνεται στη βάση των αναγκών.

Γιατί η νέα ελπιδοφόρα περίοδος που ξεκίνησε έδειξε τουλάχιστον ότι παρά τη γενικευμένη τρομοκρατία και καλλιέργεια του φόβου, ένας άλλος κόσμος είναι ακόμη και σήμερα εφικτός.

1 Δήλωση ενός πιγκουίνου στο Madagascar 3 της Dreamworks.
2 Οι καιροί αλλάζουν και εμείς αλλάζουμε μαζί τους, λατινικό γνωμικό

1 σχόλιο :

  1. και ήρθε επιτέλους η ώρα αποκατάστασης της «φυσικής τάξης πραγμάτων» γράφουν οι ΘΕΣΕΙΣ. Το συμπέρασμα αυτό είναι αυθαίρετο και λανθασμένο.
    Αν η αριστερά ανέβαινε από το 4 στο 27% θα είχε γίνει αντιληπτό από την αστική τάξη και από την κοινωνία γενικότερα. Οι προ σεισμοί θα ήταν τόσο έντονοι που ο κύριος σεισμός θα ηταν ...προ των πυλών. Σήμερα περιμένουμε η αριστερά του 27% να πλησιάσει τον κόσμο, να τον οργανώσει, να τον δραστηριοποιήσει κλπ. κλπ. δηλαδή ότι έπρεπε να είχε κάνει η αριστερά του 4%

    ΑπάντησηΔιαγραφή


ΑΛΛΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ