ΦΩΤΙΑ ΣΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ!
Αγωνιζόμαστε για την "ΣΥσπείρωση της ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς" στην κατεύθυνση της κοινής δράσης στους μαζικούς χώρους και τα κοινωνικά κινήματα, και παράλληλα για την πολιτική της συγκρότηση σε ένα ενιαίο αμεσοδημοκρατικό πολιτικό φορέα

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

Για τις πολιτικές συμμαχίες ο λόγος...



Η πολιτική συγκυρία στην οποία βρισκόμαστε έχει την μυρουδιά των εκλογών. Οι εκλογές είναι μια κοινοβουλευτική διαδικασία και το παιχνίδι εκεί δεν παίζεται με “όρους κινήματος”. Το “κίνημα” δεν κατεβαίνει στις εκλογές ούτε συγκροτείται με βάση προεκλογικά προγράμματα και σχέδια κρατικής διαχείρισης, όσο και αν διάφοροι επίδοξοι πολιτικοί εκφραστές επιχειρούν ατελέσφορα το αντίθετο. Αν η Αριστερά δεν έχει συγκροτηθεί στο εσωτερικό των κινημάτων, δεν μπορεί να διαμεσολαβήσει το “κίνημα” στην πολιτική σκηνή. Αυτό σημαίνει ότι η Αριστερά υπάρχει πραγματικά μόνον ως «μαζικό κόμμα». Τέτοια μορφή οργάνωσης της Αριστεράς στην χώρα μας δεν υπάρχει, εκτός από το ΚΚΕ το οποίο έχει πράγματι κάποια χαρακτηριστικά “μαζικού κόμματος” χωρίς όμως να έχει την “γραμμή των μαζών”. Τα πολιτικά μορφώματα της Αριστεράς, όταν κατέρχονται στην μάχη των εκλογών, εφόσον δεν είναι “μαζικά κόμματα”, συμμετέχουν αντικειμενικά στην εκλογική διαδικασία με όρους “αστικής πολιτικής”, αφού δεν έχουν κανένα διαφορετικό τρόπο να διευρύνουν την εκλογική τους πελατεία και να καταγράψουν ποσοστά μεγαλύτερα των οργανωμένων δυνάμεων που εκπροσωπούν. Αν και διαφαίνεται ο προεκλογικός χαρακτήρας της συγκυρίας στο κείμενο της ΑΡΚ που δημοσιεύουμε παρακάτω, έχει υποτιμηθεί. Αυτό όμως δεν αναιρεί την ορθότητα γενικών πολιτικών οριοθετήσεων που θέτει εντός του χώρου της Αριστεράς. Εξάλλου δεν είναι και στις προθέσεις των συντακτών του να δώσουν μια συγκεκριμένη πολιτική πρόταση για την νέα συγκυρία στην έχει μπει το πολιτικό σύστημα της χώρας, αλλά περισσότερο επιχειρούν έναν δικό τους αυτοπροσδιορισμό.

Αναδημοσίευση από το "yabasta.gr"
Επί της συγκυρίας...

Η πολιτική της ΑΡΚ για τις πρωτοβουλίες, συναντήσεις, συμμαχίες και μέτωπα καθορίζεται από την εκτίμηση ότι έχουμε εισέλθει σε μια συγκυρία κατά την οποία οι εξελίξεις δεν θα είναι γραμμικές. Κι ενώ είναι αδιαμφισβήτητο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εγγράφεται πλέον στις συστημικές δυνάμεις που συμβάλουν στην υλοποίηση πολιτικών που προωθούν τον ακραίο καπιταλισμό των μνημονίων, με κινήσεις όπως αυτή του επιδόματος για τους συνταξιούχους θα συνεχίσει να διεκδικεί τον εγκλωβισμό κρίσιμου μέρους των πληττόμενων τάξεων και όσων αναφέρονται στην αριστερά. Κι αυτό ανεξάρτητα από το αν ο εγκλωβισμός αυτός θα λάβει χώρα ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα συμμετέχει σε κάποια μνημονιακή συγκυβέρνηση (την παρούσα ή κάποια ‘πατριωτική’-‘οικουμενική’) ή, κι αυτό ίσως αποδειχθεί πολύ επικινδυνότερο, αν θα επιλεγεί να περάσει σε μια αντιπολίτευση με ρητορική αριστεράς. Ανεξάρτητα επίσης από το αν σε κινήσεις για εγκλωβιστικά διλήμματα η Χρυσή Αυγή θα αξιοποιείται ως μια ‘πατριωτική’ δύναμη στο πλάι ή ως ο μόνος, υποτίθεται, αντίπαλος απέναντι (για να χάνεται από την εικόνα ο καπιταλισμός των μνημονίων).

Οι πρωτοβουλίες, συναντήσεις, συμμαχίες και μέτωπα που ενδιαφέρουν την ΑΡΚ πρέπει να θωρακίζουν την κοινωνία και την αριστερά από τέτοιες κινήσεις, πρέπει να παρέχουν τα εχέγγυα αποτελεσματικής αντιμετώπισης τέτοιων κινήσεων. Πρέπει να αντιμετωπίζουν τόσο έναν ακόμη πιο δεξιό πρακτικά κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστή στην υλοποίηση του μνημονίου όσο και ένα πιο αριστερό ρητορικά ΣΥΡΙΖΑ εφεδρεία. Κι αν η συγγένεια σε έναν κορμό προγραμματικών θέσεων είναι μια αναγκαία συνθήκη μιας πολύ επιθυμητής σύγκλισης δυνάμεων, θα μετασχηματιστεί και σε ικανή συνθήκη μέσα από μια από κοινού αποφασιστικότητα για σύγκρουση με κάθε ταυτότητα ΣΥΡΙΖΑ που θα επιχειρηθεί να στηθεί. Η ΑΡΚ είναι προϊόν μια τέτοιας αποφασιστικότητας, κομβική για τη συγκυρία που άνοιξε στην πορεία που κατέστησε δυνατή τη μετατροπή του ΟΧΙ του δημοψηφίσματος σε ΝΑΙ. Έχει, ταυτόχρονα, επιδείξει μια αντίστοιχη αποφασιστικότητα στο να μην εθιστεί στον εγκλωβισμό της αριστεράς σε μια μικρή ΛΑΕ που δεν εξελίχθηκε σε αυτό που τόσο πολύ έχει ανάγκη μια μεγάλη ταξική πλειοψηφία που πλήττεται σκληρά από τον ακραία επιθετικό καπιταλισμό των μνημονίων. Θα κάνει ότι μπορεί για την ευρύτερη συμμαχία δυνάμεων απέναντι σε αυτή την καπιταλιστική επίθεση, στην βάση αυτής ακριβώς της παρακαταθήκης.

Κείμενο βάσης και προβληματισμού για τις πρωτοβουλίες, συνάντησεις και συμμαχίες της αριστεράς

Απαραίτητη διευκρίνιση: Το παρόν κείμενο βάσης και προβληματισμού δεν προσπαθεί να προσδιορίσει ποιες ενδεχόμενα θα μπορούσαν να είναι οι πολιτικές δυνάμεις με τις οποίες επιδιώκουμε κάποια πολιτική σύγκλιση στο προσεχές μέλλον, και με αυτήν την έννοια δεν καταλήγει σε κάποιου είδους οδικό χάρτη. Προσπαθεί μάλλον να αναδείξει τρόπον τινά, μέσα από τις εμπειρίες και τις προκλήσεις της εποχής μας, όχι τόσο το «τι να κάνουμε», αλλά το «τι να αποφύγουμε», σε μια προσπάθεια κωδικοποίησης του μέχρι σήμερα κεκτημένου της ΑΡΚ, προκειμένου να ανοίξουμε τη συζήτηση των πολιτικών ανασυνθέσεων. Ταυτόχρονα εστιάζει στην αναζήτηση της λογικής και όχι τόσο της μεθόδου των πολιτικών συμμαχιών που θέλουμε να οικοδομήσουμε.

1. Η ανάγκη και η σημασία των πολιτικών συμμαχιών


Καταρχάς θα πρέπει να συνομολογήσουμε ότι οι πολιτικές συμμαχίες επιβάλλονται από τις ιδιαίτερες πολιτικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά την πολιτική χρεοκοπία και τη μνημονιακή μετάλλαξη του Σύριζα, συνθήκες στρατηγικής ήττας της αριστεράς σε όλες της τις εκδοχές, και του εργατικού κινήματος γενικά. Στις συνθήκες αυτές, που δημιουργούν μια μακροχρόνια φάση άμυνας, αν όχι υποχώρησης του κόσμου της εργασίας και των κατακτήσεων του, ο συντονισμός και η συνεργασία των κατακερματισμένων δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς στην προοπτική συγκρότησης ενός μετωπικού πολιτικού υποκειμένου, που θα συγκρούεται με τα μνημόνια και τον νεοφιλελευθερισμό, προβάλλει ως πρώτιστη ανάγκη, αλλά και ως σκοπός μαζικής πολιτικής δράσης. Είναι πρώτιστη ανάγκη διότι, ο κατακερματισμός των δυνάμεων της αριστεράς δεν επιτρέπει να εκφραστούν αποτελεσματικά οι ανάγκες και τα αιτήματα του κόσμου της εργασίας, αλλά και δεν προωθεί την κεντρική καταγραφή μιας έγκυρης αριστερής πολιτικής αμφισβήτησης της αστικής γραμμής των μνημονίων. Με αυτήν την έννοια οφείλουμε να βρούμε έναν νέο κώδικα συνεννόησης και συμπόρευσης των δυνάμεων αυτών, ώστε να ευοδωθεί μια σύγχρονη πολιτική μαζών. Για να συμβεί αυτό, χρειάζεται να υπάρξει μια προσπάθεια δικτύωσης των αριστερών πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στην νεοφιλελεύθερη επίθεση των αστικών δυνάμεων και των μεταλλαγμένων αριστερών. Σήμερα βρισκόμαστε ακριβώς στο σημείο όπου, κωδικοποιώντας την εμπειρία της τραγικής αποτυχίας του Σύριζα, και σε συνθήκες πολύ πιο δυσμενείς από αυτές της πενταετίας 2009 – 2014, καλούμαστε να αναζητήσουμε τους όρους και τις προϋποθέσεις προκειμένου να υπάρξει ένας τέτοιος μαζικός οργανωτής.

2. Οι πολιτικές συμμαχίες δεν νοούνται χωρίς γείωση και εμπλοκή σε κοινωνικές διεργασίες.


Οι όροι και οι προϋποθέσεις αυτές στηρίζονται στη θέση και επί πλέον στη διαπίστωση, ότι οι όποιες πολιτικές συμμαχίες του χώρου της ριζοσπαστικής αριστεράς, ακόμα και αν προσωρινά διασφαλίζουν μια εκπροσώπηση στην κεντρική πολιτική σκηνή, είναι καταδικασμένες να παρακμάσουν σύντομα, αν δεν βρίσκονται σε αντιστοιχία και αν δεν έρχονται να επισφραγίσουν τη «συνάντηση» κοινωνικών υποκειμένων με τα οποία οι συλλογικότητες της ριζοσπαστικής αριστεράς φιλοδοξούν να αναπτύξουν δεσμούς επικοινωνίας και εν δυνάμει εκπροσώπησης. Χρειάζεται επομένως να προσδιορίσουμε το εύρος των κοινωνικών συμμαχιών που θέλουμε να οικοδομήσουμε γύρω από το αίτημα της ρήξης με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ΕΕ. Ο λόγος για τον οποίο θεωρούμε ότι οι κοινωνικές συμμαχίες είναι η βάση των πολιτικών συμμαχιών που θέλουμε να οικοδομήσουμε, έχει να κάνει με την πεποίθησή μας ότι οι διαφορετικές κοινωνικές συμμαχίες και τα διαφορετικά ταξικά συμφέροντα θέτουν νέους στόχους και προτεραιότητες και διαμορφώνουν διαφορετικά πεδία βολής.

Συγκεκριμένα, εδώ και πολλά χρόνια στην ελληνική αριστερά διεξάγεται μια αέναη σύγκρουση ανάμεσα στη λογική “λίγοι, καλοί και αμόλυντοι”, η οποία δεν είναι ικανή να παράξει πολιτικά αποτελέσματα, και στη λογική “όσο περισσότεροι τόσο καλύτερα”, που επιδιώκει να συγκεράσει διαφορετικά ταξικά συμφέροντα, να αμβλύνει συγκρουσιακά στοιχεία ανάμεσα στις διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Η πραγματικότητα όμως σήμερα είναι, ότι, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας καταστρέφεται στο πλαίσιο μιας ευρείας αναδιανομής προς όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου, που στην προσπάθειά του να εμπεδώσει, όσο το δυνατόν πιο ηγεμονικά, τους στόχους του, αναζητά και εξασφαλίζει νέους κοινωνικούς συμμάχους. Για να αντιπαλέψουμε αποτελεσματικά ως αριστερά τις δυνάμεις του κεφαλαίου, πρέπει να κατανοήσουμε τις προτεραιότητες και να εμπλέξουμε όλες τις πληττόμενες κοινωνικές ομάδες σ’ ένα αντίπαλο μπλοκ. Πέρα δηλαδή από την εργατική τάξη ή τις λαϊκές τάξεις ως μια διαταξική οντότητα, τα στρώματα που πλήττονται σήμερα από την κρίση είναι η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας, όπου ανήκουν το μεγάλο ευρύ φάσμα της νεολαίας, οι «μικρομεσαίοι» αυτοαπασχολούμενοι, οι αγρότες κλπ.

Άρα, απέναντι στη λογική συγκρότησης μικρών οργανώσεων με αδύναμη κοινωνική απεύθυνση, αλλά και απέναντι στη λογική συγκόλλησης πολιτικών δυνάμεων για να προκύψει το “πολιτικό υποκείμενο”, χρειάζεται να αντιτάξουμε την ανάγκη να λειτουργήσουμε ως κομμάτι της κοινωνίας που “φλέγεται” και όχι ως οι αυτόκλητοι εκπρόσωποί της. Χρειάζεται με άλλα λόγια να χτίσουμε μια νέα ζωντανή σχέση με τα απλά και καθημερινά προβλήματα του κόσμου της εργασίας, ώστε να υπερβούμε συνολικά σαν κοινωνία την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και εμπιστοσύνης και να διαμορφώσουμε νέους όρους και εργαλεία άσκησης πολιτικής.

3. Όχι στην απλή συγκόλληση των πολιτικών δυνάμεων.


Η πολιτική καθοδήγηση από τα πάνω με όρους διευθυντηρίου συνέτεινε στο να απομακρυνθούν τα μεγαλύτερα τμήματα του κόσμου με ενεργό πολιτική δράση. Αποδεικνύεται δηλαδή, ότι τα υπαρκτά πολιτικά σχήματα, ο λόγος και οι τρόποι λειτουργίας τους δεν είναι ικανά να εμπνεύσουν. Ακόμη και μετά τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλφιλελεύθερο μόρφωμα, η εμμονή για τον πολιτικό έλεγχο και την καθοδήγηση από δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς συνεχίζει να υπάρχει. Ακόμα και ο κόσμος που βιώνει ένα απόλυτο οικονομικό αδιέξοδο, δεν εκφράζεται, δεν επιδιώκει να οργανωθεί πολιτικά, οδηγείται στην αποχή από την πολιτική δράση και την όποια συλλογική διεκδίκηση και επιλέγει την ιδιώτευση. Το μεγαλύτερο κομμάτι, ειδικά της νεολαίας, καλείται σήμερα να επιλέξει ανάμεσα στην ανεργία, την ανασφάλιστη μαύρη εργασία και τη μετανάστευση. Αυτές οι τάσεις συμβιβασμού, που μπορούμε να διακρίνουμε σε μερίδες των λαϊκών τάξεων, δίνουν συχνά την εντύπωση (ειδικά στους ακραιφνείς εκπροσώπους του νεοφιλελευθερισμού) ότι το πολιτικό σχέδιο της συνεχούς απαξίωσης της εργασίας και της συνολικής αναδιάρθρωσης της κοινωνίας στα πρότυπα των ιδεών του ακραίου ατομικισμού, της πλήρως απελευθερωμένης αγοράς και του ελάχιστου κοινωνικού κράτους, μπορεί να προχωρεί χωρίς ουσιαστικά εμπόδια και αντιστάσεις. Για τους πιο πάνω λόγους είναι σημαντικό σήμερα να αποτινάξουμε κάθε μορφή χειραγώγησης, πολιτικού ελέγχου από τα πάνω και γραφειοκρατίας και να στηρίξουμε, να εμπιστευτούμε τον πλούτο της κοινωνίας προς όφελος του δικού μας ταξικού συσχετισμού δύναμης.

4. Ο ορίζοντας των πολιτικών συμμαχιών που θέλουμε να δημιουργήσουμε, πρέπει να επικοινωνεί με την κοινωνία που οραματιζόμαστε. Πρέπει λοιπόν να τολμήσουμε να μιλήσουμε για μια στρατηγική επανίδρυση της αριστεράς.


Αυτό σημαίνει ότι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, δεν μπορούμε να μιλάμε “νέτα σκέτα” για μια αντιμνημονιακή αριστερά. Διότι το μνημόνιο είναι το πολιτικό σχέδιο των αρχουσών τάξεων για την εφαρμογή και εμπέδωση μέτρων λιτότητας. Η αντίθεση που κεφαλαιοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια σε σχέση με το μνημόνιο, κατέγραψε τα όρια της. Διότι αυτή η τακτική επιλογή αποσυνδέθηκε από τον ορίζοντα της στρατηγικής, που είναι το μεταβατικό πρόγραμμα και η διαδικασία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Δεν αρκεί να επιμένουμε σε τακτικές επιλογές χωρίς στρατηγικό όλο, που έχουν γραμμένο στον ορίζοντά τους την επιστροφή στον παλιό - καλό καπιταλισμό του κοινωνικού συμβολαίου, ή να περιοριζόμαστε στο δίλημμα για το αν αυτή η επιστροφή θα γίνει με ευρώ ή δραχμή. Αντίθετα, πρέπει να μιλήσουμε για τους βαθείς μετασχηματισμούς που καθιστά επίκαιρους η δομική του νεοφιλελευθερισμού, για την ανάγκη διεκδίκησης της πολιτικής εξουσίας (άρα για την ανάγκη ανατροπής των σημερινών συνθλιπτικών ταξικών συσχετισμών δύναμης στους χώρους δουλειάς, αλλά και όπου αλλού αναπαράγονται οι σχέσεις ταξικής εξουσίας και υποταγής) και όχι απλά της κυβερνητικής εναλλαγής. Οι επεξεργασίες αυτές συνεπάγονται ότι, πέρα από την παύση πληρωμών, την άρνηση του χρέους, την έξοδο από την ΟΝΕ, την κοινωνικοποίηση των τραπεζών και στρατηγικών τομέων της οικονομίας, χρειάζεται να μπει ο λαϊκός παράγοντας σε κίνηση, γύρω από εν δυνάμει ανατρεπτικά και ριζοσπαστικά αιτήματα που θα τον θέσουν "καθοδηγητή" και πρωταγωνιστή των εξελίξεων.

5. Οι πολιτικές συμμαχίες δεν διαμορφώνονται στη βάση της διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας.


Η ήττα του καλοκαιριού του ’15 δεν ήρθε μόνο εξαιτίας της εμμονής της ηγεσίας του Σύριζα να παραμείνει γαντζωμένη στην κυβέρνηση, αλλά είναι αποτέλεσμα μιας σταδιακής απαγκίστρωσης του ΣΥΡΙΖΑ από οτιδήποτε μπορεί να τον χαρακτήριζε ως ριζοσπαστική, κομμουνιστική η αντικαπιταλιστική συνιστώσα της Αριστεράς. Το πιο ενδεικτικό είναι ότι ακόμη και το αίτημα για κυβέρνηση της Αριστεράς αντικαταστάθηκε από τον όρο «κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας». Ενώ το πιο σημαντικό είναι, ότι ο πιο μαζικός φορέας της Αριστεράς στην Ελλάδα έφτασε σε ένα στρατηγικό αδιέξοδο. Εξαιτίας του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εγκατέλειψε το πρόγραμμά του, έπαψε να μιλάει για τη σχέση του με τα μαζικά κινήματα, ανακάλυψε τον κυβερνητισμό, παραμέρισε το αίτημα σύνδεσης της στρατηγικής του με τη μαρξιστική θεωρία, απομακρύνθηκε από τις δομές λαϊκής αυτοοργάνωσης, τον κοινωνικό πειραματισμό που αναπτύχθηκε τα χρόνια της κρίσης και υπηρέτησε μια καλύτερη δημόσια προβολή χωρίς περιεχόμενο. Χρειάζεται σήμερα να θυμηθούμε και να κατανοήσουμε τη θεμελιώδη μαρξιστική θέση ότι η κυβέρνηση είναι εργαλείο και όχι αυτοσκοπός στα πλαίσια της ταξικής πάλης.

6. Πολιτικές συμμαχίες χωρίς αποκλεισμούς αλλά και χωρίς αυταπάτες σε σχέση με την εμβέλεια και τη γείωση της σημερινής εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς στην Ελλάδα.


Η εικόνα που παρουσιάζεται στο ευρύτερο τοπίο της Αριστεράς δεν είναι και η πλέον ενθαρρυντική. Από τη μια η ΑΝΤΑΡΣΥΑ φαίνεται να μετατοπίζεται σε πιο σεχταριστικές λογικές, όπως η στάση της στον περσινό φοιτητικό διάλογο και ο ηγεμονισμός που επέδειξε απέναντι στη συνεργασία των ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ. Από την άλλη, μικρές οργανώσεις ή δικτυώσεις που δημιουργήθηκαν προερχόμενες από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη νεολαία του, όπως η Δικτύωση Ριζοσπαστικής Αριστεράς και η Ανασύνθεση – ΟΝΡΑ, επέλεξαν να μην ενταχθούν σε κάποιο από τα υπάρχοντα πολιτικά μέτωπα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κάνουν μαζικές και γειωμένες δράσεις και παρεμβάσεις στα κοινωνικά μέτωπα. Τέλος, η Πλεύση Ελευθερίας πέραν του ότι αποφεύγει να αναφέρεται στην αριστερά, επιλέγει να προσεγγίζει τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και τα σύγχρονα και πολυσύνθετα προβλήματα του κόσμου της εργασίας με νομικό τρόπο, αποφεύγοντας να μιλήσει για ένα ριζοσπαστικό αντινεοφιλελεύθερο σχέδιο. Μια προσέγγιση που σε σχέση με την ανάγκη υπέρβασης της καπιταλιστικής κρίσης τοποθετείται κάπου στο κενό. Εκτός των άλλων, η επικεφαλής της συνεχίζει να αντιμετωπίζει τον ΣΥΡΙΖΑ με έναν ηθικίστικο τρόπο κατηγορώντάς τον για «προδοτική στάση», χωρίς ταυτοχρόνως να αποπειράται κάποιας συλλογικής πολιτικής συγκρότησης και στρατηγικού προγράμματος.

Κάποιες επιπλέον οριοθετήσεις σε σχέση με τις πολιτικές συμμαχίες:
  • Για διαφορετικούς και προφανείς λόγους, συμμαχία ή συνεργασία, οποιασδήποτε μορφής, δεν μπορεί να υπάρξει με τις δυνάμεις του Σύριζα.
  • Συμμαχία η συνεργασία δεν μπορούμε να δούμε ούτε με το ΚΚΕ, που δεν κάνει καμία προσπάθεια ενότητας της ριζοσπαστικής αριστεράς, διαλέγει την απομόνωση και τον σεχταρισμό.
  • Όπως επίσης και με τη φασίζουσα αριστερά τύπου ΕΠΑΜ που δεν διακρίνεται κάποιο περιθώριο πολιτικής συνεργασίας.

Σε ότι αφορά τις κοινωνικές συμμαχίες:
  • Σε κάθε κοινωνικό μέτωπο που διαμορφώνεται τα περιθώρια συνεργασιών διαφοροποιούνται. Εμείς οφείλουμε να προκρίνουμε την εμπλοκή όλων των δυνάμεων της αντίστασης, απέναντι στις μνημονιακές πολιτικές της ΕΕ και της κυβέρνησης, χωρίς εξαιρέσεις.
  • Το κριτήριο της «αριστεροσύνης» δεν μπορεί να εφαρμόζεται ποτέ με απόλυτο τρόπο στις συνεργασίες: Με την Πλεύση (που δεν αυτοπροσδιορίζεται ως Αριστερά) μπορούμε να ανιχνεύσουμε περιθώρια συνεργασίας π.χ. στα δικαιωματικά.

Γενικότερα :
  • Οι όποιες συνεργασίες και συμμαχίες με άλλες συλλογικότητες του χώρου δεν έχουν σε καμιά περίπτωση την έννοια της στρατηγικής συμπόρευσης σε μια προοπτική δημιουργίας του «επαναστατικού φορέα». Πολύ απλά, στις σημερινές συνθήκες -διαπιστώνουμε- ότι κυριαρχούν οι αμυντικοί αγώνες των υποτελών τάξεων, δεν εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη των πολιτικών αγώνων η οικοδόμηση του επαναστατικού συλλογικού υποκειμένου.
  • Σε κάθε περίπτωση, οι συνεργασίες και συμμαχίες μας δεν μπορούν παρά να προωθούν το κεκτημένο πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα της ΑΡΚ, που ενδεικτικά ορίζεται από τις παρακάτω αξιακές αρχές: προτεραιότητα των κινηματικών διαδικασιών σε σχέση με τις όποιες κομματικές ή κρατικές πρωτοβουλίες, αδιαπραγμάτευτη διεθνιστική αλληλεγγύη, προτεραιότητα του κοινωνικού – ταξικού αγώνα σε σχέση με εθνικές - πατριωτικές συσπειρώσεις, ανάδειξη και στήριξη των δικαιωματικών κινημάτων ως αυταξία, αλλά και ως αντίβαρο στον οικονομισμό που μετατρέπει τα παραδοσιακά αριστερά κόμματα σε κακέκτυπα εργατικών συνδικάτων.
  • Αν εξαιρέσουμε το Σύριζα, που φαίνεται (να σταθεροποιείται μέσω της κυβερνητικής εξουσίας), τα κομματικά στεγανά της αριστεράς, είναι μάλλον διάτρητα: οι αγωνιστές/ριες, εντός και εκτός κομμάτων, τείνουν ευήκοο ους απέναντι σε προτάσεις προερχόμενες από άλλους χώρους και άλλα ρεύματα. Από αυτή την άποψη, η συγκυρία είναι ευνοϊκή απέναντι σε απόπειρες ανασύνθεσης.

7. Πρακτικές του επόμενου διαστήματος
Από εκεί και πέρα, σε ότι αφορά τις πολιτικές συμμαχίες αυτές καθαυτές, είναι σαφές ότι: αφενός δεν μπορούν να δημιουργούνται με πήλινα πόδια και βεβιασμένα, πχ. με τη συγκάλυψη κρίσιμων διαφορετικών πολιτικών και θεωρητικών προσεγγίσεων, αφετέρου μπορούν να είναι αποτελεσματικές μόνο εάν καταφέρουμε να συνενώσουμε το μέγιστο δυνατό εκ των υπαρκτών πολιτικών σχηματισμών, διατηρώντας ταυτόχρονα ζωντανή τη δυνατότητα πολιτικής αναζήτησης και έκφρασης του δυναμικού εκείνου που δεν συμμετέχει σε κάποια πολιτική οργάνωση. Στην παρούσα πολιτική φάση προτείνουμε η λογική μας για τις πολιτικές συμμαχίες – συνεργασίες να αποτυπωθεί σε πρακτικές τεσσάρων επιπέδων:
  • Ανοιχτές οριζόντιες διαδικασίες μέσα από τοπικές συσπειρώσεις αντίστασης και δημιουργίας. Επιδιώκουμε να δημιουργηθούν ευρύτερα στέκια και χώροι κινημάτων, αντίστασης και δημιουργίας, εργαστήρια γνώσης και λαϊκής αυτενέργειας που μπορούν να εμπνεύσουν μέσα από την ανοιχτή λειτουργία τους ευρύτερο κόσμο, χωρίς κάποια προκαθορισμένη πολιτική γραμμή που έρχεται έξω από αυτούς τους χώρους και καταστρέφει την αυτοτέλεια και το αυθόρμητό τους. Τέτοιες πρωτοβουλίες θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ο Ποδονίφτης, το Στέκι 'Π' στα Πατήσια, η Μεσοποταμία, το Μυρμήγκι στην Κυψέλη κ.α.
  • Ανάληψη πρωτοβουλιών παρέμβασης σε Δήμους & Περιφέρειες. Όπου μπορούμε, συσπειρώνουμε και συντονίζουμε δυνάμεις, δημιουργούμε νέα κινηματικά αυτοδιοικητικά σχήματα ή ενισχύουμε υφιστάμενα, με στόχο να σπάσουμε την ιδεολογική και πολιτική κυριαρχία των μνημονιακών δυνάμεων στο χώρο της Αυτοδιοίκησης και να δώσουμε ουσιαστικό νόημα στην έννοια της Αυτοδιοίκησης. Να οργανώσουμε ένα αυτοδιοικητικό κίνημα υπεράσπισης του δημόσιου χώρου και των υπηρεσιών από τις ιδιωτικοποιήσεις.
  • Κοινωνικοκινηματικό κάλεσμα και συντονισμός. Να παλέψουμε για τον ευρύτερο κινηματικό συντονισμό γύρω από τα κοινωνικά μέτωπα της συγκυρίας, με όλες τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς χωρίς αποκλεισμούς, από την ΛΑ.Ε, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέχρι τις μικρότερες πολιτικές οργανώσεις που είναι εκτός αυτών των δύο πολιτικών μετώπων, να εμπλέξουμε σε δράσεις και κοινωνικές πρωτοβουλίες φοιτητικά σχήματα, συνδικαλιστικές συσπειρώσεις, επιτροπές αγώνα, τοπικές συνελεύσεις, στέκια και δομές αλληλεγγύης, δημοτικά σχήματα, αυτοδιαχειριζόμενα εγχειρήματα. Να καλούμε όλες αυτές τις συλλογικότητες σε κοινές μετωπικές πρωτοβουλίες, όπως για παράδειγμα η “Πλειστηριασμοί STOP”, το Generation400, το City Plaza και άλλα εγχειρήματα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες κλπ.
  • Κεντρικές πρωτοβουλίες. Να επιχειρήσουμε να ανοίξουμε έναν πολιτικό διάλογο για το τι σημαίνει ρήξη με το Ευρώ και την ΟΝΕ, αλλά και για όλα τα πολιτικά ζητήματα που αναδεικνύονται μέσα στη συγκυρία, (όπως πχ ο ρόλος των δημόσιων αγαθών και ο αγώνας για τη διάσωση των δημόσιων επιχειρήσεων) συνταιριάζοντας δυνάμεις όπως, η ΑΡΑΝ, η ΕΠΠΔ, το Ξεκίνημα, η Δικτύωση Ριζοσπαστικής Αριστεράς, η Ανασύνθεση- ΟΝΡΑ, να προωθήσουμε τον πολιτικό και ιδεολογικό διάλογο που θα υπηρετεί την ενότητα στη δράση και που θα ανιχνεύει σημεία σύγκλισης και απόκλισης σε επίπεδο προγράμματος και πολιτικών σχεδίων.
Όποιες και αν είναι οι πρακτικές με τις οποίες θέλουμε να κινηθούμε θα πρέπει να παντρέψουμε παλιά και νέα υλικά με όρους ισοτιμίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου


ΑΛΛΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ